Ο Ανδρέας Ασσαέλ γεννιέται στη Θεσσαλονίκη το 1959 και πάει σε γερμανικό σχολείο εκεί. Η οικογένεια του πατέρα του είναι μία από τις λίγες που επέζησαν από το Ολοκαύτωμα κρυμμένες στη Θεσσαλονίκη. Ο Ανδρέας Ασσαέλ συλλέγει και ερευνά σχετικά με την οικογενειακή του ιστορία και το Ολοκαύτωμα εδώ και πολύ καιρό. Σπουδάζει στο Μόναχο τη δεκαετία του 1980 και έκτοτε επισκέπτεται τακτικά την πόλη. Το 2002 ανακαλύπτει το φωτογραφικό άλμπουμ στην αγορά παλαιών αντικειμένων στο προάστιο του Μονάχου Keferloh.
Οι φωτογραφίες απεικονίζουν άνδρες με γερμανικές στολές σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, προφανώς κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Αυτό από μόνο του δεν είναι ασυνήθιστο. Υπάρχουν πολλά τέτοια άλμπουμ με στρατιώτες της Βέρμαχτ από την περίοδο του πολέμου. Αλλά ο Ασσαέλ αναγνωρίζει από τα μικροσκοπικά «εβραϊκά αστέρια» ότι το άλμπουμ περιέχει επίσης φωτογραφίες Εβραίων ανδρών. Κάτι το πρωτοφανές: αυτές είναι μέχρι εκείνη τη στιγμή οι μοναδικές γνωστές φωτογραφίες Ελληνοεβραίων καταναγκαστικών εργατών από το 1943.
Η γραμμένη επισήμανση «Karia» δίνει μια ένδειξη για το πού μεταφέρθηκαν οι εργάτες. Ο Ανδρέας Ασσαέλ καταφέρνει να προσδιορίσει την τοποθεσία. Αναλύει σχολαστικά την τοπογραφία του εργοταξίου και τοποθετεί τις φωτογραφίες σε χρονολογική σειρά. Εντοπίζει επιζώντες και τους παίρνει συνεντεύξεις. Το 2004 επισκέπτεται τη γερμανική κατασκευαστική εταιρεία «Leonhard Moll» στο Μόναχο και εντοπίζει τον φωτογράφο. Καταγράφει τα ευρήματά του σε ένα χειρόγραφο.
Το 2017, ο Ανδρέας Ασσαέλ επικοινωνεί με τον Γενικό Πρόξενο της Γερμανίας στη Θεσσαλονίκη. Αμέσως μετά, δημιουργείται επαφή με το Ίδρυμα Μνήμης για τους Δολοφονημένους Εβραίους της Ευρώπης και το Κέντρο Τεκμηρίωσης της Ναζιστικής Καταναγκαστικής Εργασίας. Κατόπιν πρόσκλησης και των δύο ιδρυμάτων, αναφέρεται δημοσίως για πρώτη φορά στη Γερμανία στα ευρήματά του στις 24 Ιανουαρίου 2019. Αυτό σηματοδοτεί την έναρξη ενός πολυετούς έργου για την ιστορία της Καρυάς. Κατά τη διάρκεια του έργου, ο Ανδρέας Ασσαέλ θα συναντήσει μαθητές και φοιτητές και θα αναφερθεί στην έρευνά του.
Το Πανεπιστήμιο του Οσναμπρύκ είναι εταίρος συνεργασίας του προγράμματος. Μια ομάδα επιστημόνων και φοιτητών από τη Διεπιστημονική Ομάδα Εργασίας «Τοπία Συγκρούσεων» (IAK) διεξάγει έρευνες την περιοχή του ιστορικού εργοταξίου τον Απρίλιο του 2023 ενώ συμμετέχουν επίσης φοιτητές και φοιτήτριες από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Στόχος της έρευνας είναι να καταγραφεί το εργοτάξιο του 1943 και να βρεθούν ίχνη καταναγκαστικής εργασίας. Αναζητούνται επίσης υλικά κατάλοιπα και αντικείμενα που θα μπορούσαν να δώσουν στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης των Εβραίων εργατών. Άνθρωποι από την περιοχή που έζησαν εκείνη την εποχή υποψιάζονται ένα χώρο ταφής κοντά στο σταθμό και στο πρώην εργοτάξιο. Η περιοχή αυτή διερευνάται λεπτομερέστερα.
Οι επιστήμονες διεξάγουν τη λεγόμενη γεωαρχαιολογική διασκόπηση: Η περιοχή ερευνάται με ακρίβεια με τη χρήση ενός drone και μιας συσκευής GPS. Οι υποπεριοχές διερευνώνται γεωφυσικά με τη χρήση μαγνητικού κλισιόμετρου. Για την επαλήθευση αυτών των μετρήσεων πραγματοποιούνται ερευνητικές γεωτρήσεις εδάφους. Ορισμένες ιδιαίτερες και σημαντικές θέσεις στο εργοτάξιο ερευνώνται επίσης με τη χρήση σάρωσης με λέιζερ και τεκμηριώνονται φωτογραφικά με τη χρήση drone.
Οι έρευνες επιβεβαιώνουν τα εξής: Οι εργάτες έπρεπε να ανοίξουν μια τομή βάθους περίπου 20 μέτρων και μήκους 100 μέτρων στο βουνό. Μέσα σε λίγους μόνο μήνες, έπρεπε να αφαιρέσουν μια σχεδόν αδιανόητη ποσότητα εδάφους: συνολικά περίπου 24.000 κυβικά μέτρα βράχου.
Οι έρευνες δεν μπορούν να δώσουν κανένα στοιχείο για τον υποτιθέμενο τόπο ταφής. Ωστόσο, οι νεκροί μπορεί να έχουν ταφεί και αλλού. Απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για την αποσαφήνιση των γεγονότων στην Καρυά.
Στην περιοχή όπου βρίσκονταν οι κοιτώνες των εργατών, κατά τις επιφανειακές έρευνες ανασύρθηκαν 96 εδαφικά ευρήματα, μεταξύ των οποίων καρφιά, δύο στρωτήρες βαγονέτων, δύο παλιοί κάλυκες φυσιγγίων και ένα μαργαριταρένιο κουμπί. Παρέχουν στοιχεία για τις συνθήκες διαβίωσης των ανδρών. Το καρφί, για παράδειγμα, προέρχεται από τους στρατώνες για τους καταναγκαστικούς εργάτες. Πολλά από τα καρφιά που βρέθηκαν είναι λυγισμένα. Ίσως χρησιμοποιήθηκαν για να κρεμάσουν ρούχα ή να στερεώσουν παράθυρα.
Αυτοί οι στρωτήρες και τα μπουλόνια μπορούν να αποδοθούν στον μικρό σιδηρόδρομο (Lorenbahn) του 1943. Οι ιστορικές φωτογραφίες δείχνουν ότι οι εργάτες χρησιμοποιούσαν τα βαγονέτα για να μεταφέρουν τις πέτρες που έβγαζαν από την εκσκαφή. Οι στρωτήρες στηρίζουν τις ράγες και κατανέμουν ομοιόμορφα στο έδαφος τα βαρέα φορτία των βαγονέτων. Οι εργάτες έπρεπε κάθε φορά μετά την ολοκλήρωση μιας φάσης κατασκευής να μετακινήσουν τις ράγες μέσα στην τομή της πλαγιάς στο επόμενο τμήμα. Οι διαδοχικές θέσεις για τις ράγες είναι ακόμη και σήμερα ορατές ως αναβαθμίδες στις πλαγιές της τομής.
Η μέθοδος της επαναφωτογράφησης χρησιμοποιείται για την απεικόνιση των αλλαγών στην περιοχή του σταθμού της Καρυάς και βασίζεται στις ιστορικές φωτογραφίες του εργοταξίου από το άλμπουμ του Ανδρέα Ασσαέλ. Οι τοποθεσίες επαναφωτογραφίζονται από την ίδια οπτική γωνία. Στη συνέχεια, οι ιστορικές και οι σημερινές εικόνες τοποθετούνται σε υπέρθεση. Με αυτή τη μέθοδο, οι μεταβολές στο χώρο γίνονται σαφείς κι έτσι προσφέρεται ένα «παράθυρο χρόνου» στο παρελθόν.